Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2010

ΝήSOS του Χρήστου Δήμα, Νήσος Σίφνος και ....Σουρής



   Δυο ώρες ευχάριστες περνά κανείς παρακολουθώντας την ταινία του Χρήστου Δήμα «Νήσος» μια αξιόλογη  ελληνική κωμωδία αρκετά εμπορική ανάλαφρη και ευκολοχώνευτη. Γυρισμένη στη Σίφνο, τις ομορφιές της οποίας όμως δεν προβάλλει ιδιαίτερα -εξαιτίας των   κοντινών πλάνων-, για να την καταστήσει τον επόμενο τουριστικό προορισμό, σκιαγραφεί την κλειστή κοινωνία του νησιού και καυτηριάζει τη διαφθορά  της εξουσίας:  του προέδρου της κοινότητας, του αστυνομικού, του δασκάλου του σχολείου και του παπά. Αυτοί οι τέσσερις για να πάρουν τα χρήματα (100.000.000 ευρώ) που τους άφησε στη διαθήκη του ο μακαρίτης άρχοντας του νησιού  θα πρέπει να δεχτούν να διαβαστούν, δημοσίως, στην ίδια πλατεία τέσσερις επιστολές-μία για τον καθένα- το περιεχόμενο των οποίων δεν το γνωρίζει κανείς και που οι ίδιοι υποψιάζονται πως θα οδηγούσε στη διαπόμπευσή τους. Έχουν μια βδομάδα καιρό  κατά τη διάρκεια της οποίας αποκαλύπτονται οι διάφορες ιστορίες των χαρακτήρων, τα κρυφά τους μυστικά, η αλλοτριωτική λειτουργία του χρήματος, η ανηθικότητα, οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια που καταπιέζει τον ψυχισμό τους και την κλειστή κοινωνία του νησιού. Με τη διαθήκη του o εκλιπών  διαταράσσει την φαινομενική ηρεμία της ζωής του νησιού και θέτει σε κίνηση μια σειρά από ενέργειες, που οδηγούν στην αποκάλυψη της νοσηρής πραγματικότητας.
 Χωρίς να αποτελεί άμεσα λογοτεχνική παραλληλία ανέτρεξα στον ποιητή μας Γ. Σουρή και παραθέτω το ποίημά του «Η διαθήκη μου» διατηρώντας την ορθογραφία της έκδοσης των «Απάντων».

Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ
Αν και δεν πιστεύω πως θε να πεθάνω,
αν και μες στο άνθος είμαι τής ζωής μου,
διαθήκη όμως σκέπτομαι να κάνω,
 για να μη με τύπτει η συνείδησίς μου.

Ποιος γνωρίζει τάχα τί μου ξημερώνει!
 ενώ πας στο δρόμο ξένοιαστος... τί φρίκη!
άμαξα ή κάρρο σε καταπλακώνει,
κι έτσι ξεμπερδεύεις δίχως διαθήκη.

Πένα στη θανή μου ύμνους να μη γράψει,  
ούτε δάκρυ θέλω να χυθή κανένα,
κι ούτε αυτός ακόμη θέλω να με κλάψει,
που ελπίζει ψήφο να ‘χει κι από μένα.

Εις το Ουεστμίνστερ θέλω να με θάψουν,
αλλ’ αφού βεβαίως τούτο δεν θα γίνει,
όπου σας αρέσει, τάφο ας μου σκάψουν,
κι όλη μου η δόξα κτήμα σας ας μείνει.

Γύρω μου να στέκουν μούτρα χαρωπά,
όχι σκέπες, μαύρα και  κραυγές οδύνης,
να μην έλθη ράσο και για με παππά,
 κι ούτ’ ο Αναγνώστης της Αγιάς Ειρήνης.

Να με παν οι φίλοι έξω στα θυμάρια,
με κρασί  και μπύρα όλοι των κουρούνα
και αντί παππάδων  θλιβερά τροπάρια
 την  Μασκότ να ψάλλουν  και την Παπαρούνα.

Κανείς φίλος λόγο να μην απαγγείλει
κι αν στο νου του τέτοιο έγκλημα περάσει,
 να τον σακατέψουν στις σβερκιές οι φίλοι,
κι είθε τη μιλιά του στη στιγμή να χάσει.

Και τ’ ακίνητα μου  και τα κινητά
τα χαρίζω όλα στην καλή πατρίδα,
όχι για  να κάμει πόλεμο   μ’  αυτά,
αλλά ν’ αγοράσει λίγη δαμαλίδα.

Τούτη  μου  την κόμη την ποιητική
από τώρα δίνω για κληρονομιά
εις τον Λεονάρδο κι εις τον Φιακή...
δεν θα βρουν βαμμένη ούτε τρίχα μια.

Τέλος το κεφάλι το ποιητικό
στους κρανιοσκόπους μποναμάς ας μένει,
 να τον ψάχνουν μέσα κι έξω με φακό,
για  να βρουν ποια βίδα είναι χαλασμένη.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου