Σάββατο 7 Απριλίου 2018

Μεγάλο Σάββατο: Από το Cafe Des Poetes στο Μοναστηράκι.

<< Άλλαξε απότομα ο καιρός, έκανε κρύο,
     "Πού πας έτσι ντυμένος, πρόσεχε", του φώναζαν
      μα κείνος τίποτα δεν άκουγε
      πίστευε πως πάντα θα τον προστατεύουν
      οι αδυναμίες του.Τις φόραγε κατάσαρκα
      αφήνοντας να φαίνεται μιαν άκρη μόνο
      απ' του πουκάμισου τον ανοιχτό γιακά.>> Β, σελ. 297.
Με τις αδυναμίες φορεμένες κατάσαρκα και  το δεύτερο τόμο των ποιημάτων του Τίτου Πατρίκιου που εκδόθηκε προ ημερών από τις εκδόσεις Κίχλη ανά χείρας, σε μια άδεια Αθήνα, γρήγορα βρέθηκα στην πλατεία Βικτωρίας ,στο Cafe Des Poetes για πρωινό καφέ. Το σχέδιο έλεγε να αρχίσω το διάβασμα από κει, σε μια καφετέρια που τους τοίχους κοσμούν οι φωτογραφίες των ποιητών.
                  Το μόνο που μπορώ να γράψω
                   είναι τ' όνομά σας
                   φίλοι ποιητές, σύντροφοι ξεχασμένοι,
                   Κώστα, Μανώλη, Τάσο, Γιάννη. 
                  Ένα μολύβι και χαρτί
                   βρίσκονται σ' όλες τις συνθήκες.              σελ.134.
               ...   Μα ο φωτογράφος φώναζε, γύρευε έναν άλλο αιώνα, τον
              είχαν εξαπατήσει, εξηγούσε στους περίεργους. Είπε θα μείνει
              να τον περιμένει. Μετά ήρθε κάποιος άλλος φωτογράφος, κά-
               θισε, παράγγειλε έναν καφέ. Έβρισκε πολύ ωραία αυτή την 
               πόλη απ' την οποία θα έφευγε την επομένη.                       σελ. 159

                      Στις πόλεις/ οι δρόμοι ανοίγουν, δικτυώνονται/ τερματίζουν./
                      Στις πόλεις/οι πολιτικές νοούνται, χαράζονται/ ανατρέπονται./
                      Στις πόλεις/ οι φιλίες δένονται, περιπλέκονται/τελειώνουν./
                      Στις πόλεις/ οι έρωτες ανάβουν, πυρπολούν/ και σβήνουν./
                       Στις πόλεις/ όλα ξαναρχίζουν/ ίδια μαζί και διαφορετικά. σελ.447
                                Μεγάλωσα σε μια πόλη/ με κατοίκους Έλληνες 100%.
                                Χρειάστηκε καιρός να καταλάβω/ τι σήμαινε ακριβώς
                                πως ο συμμαθητής μου Κάννερ/ ήταν Εβραίος
                                κι ο συναγωνιστής Γρηγόρης στου Ψυρρή/ ήταν Αρμένης.  σελ.195
                             Εγώ τουλάχιστον/  μπούχτισα πια να τρέφομαι
                             μ' εκείνες τις μεγάλες/χορταστικές πτώσεις/ 
                             της γενιάς μας.                                              σελ.260

                            “Τώρα, στο γύρισμα του καιρού, πρέπει να το μπορέσεις
                            όχι μονάχα ως το τέλος να παλεύεις για τη νίκη,
                            αλλά να την αντέχεις δίχως έπαρση ή άγρια χαρά
                            και πιο πολύ την ήττα στην ώρα της να δέχεσαι
                            να την ομολογείς χωρίς ταπείνωση μήτε πλαστή αταραξία.
                           Των άλλων η συμπόνια, ο φθόνος, η κρυφή αγαλλίαση
                           όποια κι αν παίρνουν όψη με κάτι σε πλουτίζουν
                           όμως εσύ μη ρίχνεις την ευθύνη όλη στους άλλους
                           μην παίρνεις όλη την ευθύνη απάνω σου
                           μην ψάχνεις γι' αντιδρομές ή εύνοιες της τύχης
                           γι' απρόβλεπτα περιστατικά που υπάρχουν πάντα,
                           κυρίως πρόσεχε την ηδονική αιώρηση
                          ανάμεσα σε αυτοδικαίωση και σ' αυτοκαταδίκη.
                          Μόνο λίγο πιο γνωστικός να βγεις, μόνο να μάθεις
                         κάπως πιο ήρεμα ν' αντικρίζεις τα ανθρώπινα.”            σελ. 14

                        ... Βέβαια το ξέρουμε, τα έργα μας χάνονται
                        χωρίς να κουνηθεί ένα πετραδάκι
                       αν ένας στίχος τους, μια φράση έστω
                       δεν μένει στη μνήμη ενός άγνωστου αναγνώστη.    σελ. 489
                    ... εκεί που αρνιέσαι την υποχρεωτική κατάργηση της μοναξιάς
             που δεν αποδέχεσαι την καθεστωτική επιβολή της ευτυχίας...  σελ. 513
                             Λέμε εμείς κι εννοούμε εγώ/ λέμε εσύ κι εννοούμε εγώ
                             λέμε αυτός κι εννοούμε πάλι εγώ./ Στην ουσία μόνο με το εγώ
                             μπορούμε να εννοήσουμε / κάποιον άλλο.                σελ.242

Μετά το καφεδάκι με τον Ηλεκτρικό στο Μοναστηράκι για περπάτημα.                        
 Ψιλή βροχή επέβαλε το άνοιγμα ομπρέλας που δεν είχα προβλέψει.
                       Όταν φτάσεις κάποτε ν' ανακαλύψεις 
                               πόσες ακόμα αυταπάτες συντηρούσες 
                               όταν αναγκαστείς ν' αναγνωρίσεις 
                               κι εκείνα που δεν ήθελες να παραδεχτείς 
                               όταν πέσει και το τελευταίο είδωλο 
                               που πάνω του στήριζες την πίστη σου 
                                τότε μπορεί ν' αρχίσεις να μαθαίνεις 
                               πόσο βαθιά πηγαίνουν, πόσο είναι σκοτεινές 
                               οι ρίζες της καθεμιάς σου πράξης.      σελ. 11
                              Κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα
 ... ν΄αναστηλώσεις τα ενδόμυχα, όπως αναστηλώνουν τα αρχαία μνημεία
 ...Αλίμονο, η βαρύτερη τιμωρία είναι να;μην μπορείς να βρεις τα
    λόγια για όσα πράγματα θα ήθελες να πεις.









                                                  Χαιρέτισαν με βάγια τον ερχομό του έρωτα.        
                  Έπειτα οι ίδιοι τον σταυρώσαν                  
τον τρύπησαν με τη λόγχη
τον ποτίσαν χολή και ξύδι
τον εξομοίωσαν με τους ληστές.
Kαι πάλι περίμεναν πως θ' αναστηθεί για χάρη τους.   σελ. 156
Δεν χρειάζονται σχόλια ερμηνευτικά. Σπουδαία ποίηση από έναν μεγάλο ακμαίο ποιητή. 
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!

Μεγάλη Παρασκευή στο Μοναστήρι της Καισαριανής

"Τετέλεσται ο μέγας παρακείμενος του κόσμου" αναφωνεί ο δράστης της ωραιότητας ποιητής Νίκος Καρούζος και εμείς  προσδοκώντας σε έναν πιο αγαπητικό μέλλοντα διαρκείας σήμερα Μεγάλη Παρασκευή συνεχίζουμε την αναγνωστική μας βδομάδα με το βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη Ο στεναγμός των πενήτων, δοκίμια για τον Παπαδιαμάντη, από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Ο τίτλος βγαλμένος από το Ψαλτήρι, όπου αναφέρεται πως, επειδή ταλαιπωρούνται οι φτωχοί και στενάζουν οι κατατρεγμένοι, ο Χριστός θα αναστηθεί. Και αυτό συγκινεί τον Παπαδιαμάντη και μας που με οδηγό ανάγνωσης τα δοκίμια του Ζουμπουλάκη ξαναδιαβάζουμε επιλεγμένα πασχαλινά διηγήματα του Σκιαθίτη, περπατώντας στο αισθητικό δάσος της Καισαριανής.
Θυμάμαι τη φράση του Παπαδιαμάντη από το Λαμπριάτικο Ψάλτη: «Τὸ ἐπ’ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δεν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τάς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νὰ ὑμνῷ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, να περιγράφω μετ' ἔρωτος τὴν φύσιν καὶ να ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια ἑλληνικὰ ἤθη» και αυτό εν μέρει θα προσπαθήσω να βιώσω σήμερα. Τα πάθια, εξάλλου, κι οι καημοί του κόσμου δεν έχουν ποτέ τελειωμό, καταλήγει το μυρολόγι της φώκιας, ένα από τα αγαπημένα διηγήματά του. 
Την έσχατη ώρα του θανάτου ή τη στιγμή του μεγάλου πόνου, υποστηρίζει ο Ζουμπουλάκης, θέλεις η φύση και η ζωή να σταματήσουν για λίγο την κανονική τους πορεία, να συμπονέσουν και να συμμεριστούν, ο κόσμος όμως και η ζωή είναι τροχός που γυρίζει ασταμάτητα και ασυμμέριστα. Η αθώα Ακριβούλα πεθαίνει και όλα συνεχίζονται σαν να μην έχει συμβεί τίποτε. Ο μικρός βοσκός εξακολουθεί να φυσά τον αυλό του, η γριά Λούκαινα εξακολουθεί να θρηνεί περασμένους θανάτους και στο δικό μας κόσμο, στο μοναστήρι της Καισαριανής κορασίδες μέλπουν: Πού έδυ σου το κάλλος;
Αδυσώπητος ο χαρακτήρας της ζωής που εξακολουθεί παρά τον πόνο του άλλου να συνεχίζει ωραία, αβάσταχτα ωραία.
Ο στεναγμός για τον Παπαδιαμάντη συνδέεται με τη θνητή φύση του ανθρώπου και θα είναι πάντα εδώ, ασώπαστος αναφέρει ο δοκιμιογράφος. Αποφεύγει τους αφελείς εξωραϊσμούς, μιλώντας για μια ζωή δύσκολη.


 "Τι χαρές, τι συγκινήσεις ήσαν εκείναι! ...Και τι θαύμα χάριτος, κομψότητος, καλλονής ήτον ο στολισμός εκείνος του ιερού Κουβουκλίου! Αυτοφυές , όπως τα άνθη του αγρού και το καλλιτεχνικόν αίσθημα των  γυναικών και κορασίδων, αμιλλωμένων ποία να υπερβεί εις την φιλοκαλίαν την άλλην... 
 Το ιερόν Επιτάφιον υφίστατο ενίοτε κυματοειδείς λικνισμούς, ως μυστηριώδες πλοίον, το οποίον σκαμπανεβάζει εις τας ανωφερείας και τας κατωφερείας του δρόμου, και ήτο μακρόθεν έκλαμπρον θέαμα.
 Το απομεσήμερον, αφού εψάλλησαν οι Ώραι και ο Εσπερινός, και αφού ησπάσθησαν τον Επιτάφιον, έπρεπεν όλα τα παιδία,μεγάλα και μικρά,να περάσουν τρεις φορές αποκάτω από το ιερόν Κουβούκλιον. Και όταν είχε νυκτώσει, αν και η ακολουθία του Επιταφίου ώφειλε να ψαλή, κατά το τοπικόν έθιμον, προς το πρωί, μετά τα μεσάνυκτα, ο ναός έμενεν άνοικτός, και κορίτσια ανέβγαλτα, κοπάδια-κοπάδια, ήρχοντο, μετά την αμφιλύκην, να προσκυνήσουν τον Επιτάφιον". 
 "Ο λιχανός της δεξιάς μου έχει δαρμούς και πόνους", παραπονιέται ο μεροκαματιάρης μεταφραστής Παπαδιαμάντης, εμείς όμως καθόλου δεν δυσανασχετήσαμε από την πολυκοσμία στο μοναστήρι. Οι ουρές των αυτοκινήτων φτάνανε μέχρι κάτω στη διασταύρωση από τους Αθηναίους που ανέβηκαν μέχρις εδώ, τηρώντας τα ελληνικά έθιμα, να ζήσουν όλο αυτό το σκηνικό, τη μυσταγωγία. 

 Στολισμός Επιταφίου, εγκώμια, περιφορά , γύρω από το μοναστήρι, κατάνυξη, 

αρώματα και μύρα, μαθήτριαι γυναίκες προσφέρουσι τω τάφω...




 Με τα κείμενά του ο Ζουμπουλάκης καλλιεργεί την επιθυμία στον αναγνώστη να προσφύγει στα κείμενα του Παπαδιαμάντη και να τα μελετήσει με όποιον τρόπο αυτό είναι δυνατόν, γιατί όπως υποστηρίζει ο Τέλλος Άγρας, υπάρχει ο φόβος οι μελλούμενες γενιές να δυσκολευτούν με τη γλώσσα του.
Ο διηγηματογράφος Παπαδιαμάντης είναι ισάξιος με τον Τσέχωφ και το Μωπασσάν. Αυτή είναι η κορυφαία τριάδα της ευρωπαϊκής διηγηματογραφίας, υποστηρίζει ο Σταύρος Ζουμπουλάκης και εγώ δεν διαφωνώ καθόλου. 
Με το καλό και η Ανάσταση.

Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

Μεγάλη Πέμπτη: Από το "ἐπί λέξει" στο Little tree


Από το πρωί μου έχουν καρφωθεί στο μυαλό οι στίχοι του Τάσου Λειβαδίτη  από τη συλλογή "Νυχτερινός  επισκέπτης":
               .. Να σε καρφώσουν στο σταυρό ή να σταυρωθείς 
                 πάνω σ’ αυτό το τίποτα που υπήρξες 
                είναι ο ίδιος δρόμος, έρημος κι ακατανόητος, 
              ανάμεσα στα λιγοστά δέντρα και τη νύχτα που κατεβαίνει.
Λόγω των ημερών βέβαια αλλά και εξ αιτίας του συγκλονιστικού βιβλίου του Ιβάν Ζαμπλονκά Λετισιά ή το τέλος των ανδρών, σε μετάφραση Χαράς Σκιαδέλλη από τις εκδόσεις Πόλις, ένα συνταρακτικό πορτρέτο μιας κακοποιημένης κοπέλας, ένα ιδιαίτερο κείμενο που σίγουρα δεν θυμίζει παραδοσιακό μυθιστόρημα. Θυμίζει δοκίμιο, δημοσιογραφική έρευνα, κοινωνιολογική μελέτη, ιστορία, δικαστική-αστυνομική έρευνα, ασκεί κριτική στους θεσμούς, το σωφρονιστικό σύστημα, την εκτελεστική εξουσία και τα ΜΜΕ. Από μυθιστορήματα θυμίζει το "Εν ψυχρώ" του Τρούμαν Καπότε, ένα σπουδαίο πραγματικά βιβλίο.
Laetitia στα Λατινικά σημαίνει χαρά αλλά χαρά δεν βλέπει η ηρωίδα. Αντίθετα βιώνει απαράδεκτη βία από τα γεννοφάσκια της, παραμέληση, παιδί με βίαιο πατέρα που καταλήγει σε ανάδοχη οικογένεια,  βιαστή ανάδοχο. Το τέλος της συμπεριλαμβάνει βιασμό, τεμαχισμό και δολοφονία. Κι όλα αυτά τα αναπτύσσει ο Ζαμπλονκά χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα αλλά παραπέμποντας σε εγκαταλελειμμένα παιδιά παλαιότερων εποχών. Ένα λογοτεχνικό ντοκιμαντέρ. Ένα υπέροχο βιβλίο για τους λάτρεις της καλής λογοτεχνίας.
 Με αυτές τις σκέψεις που έκανα νωρίς, μια και όλα τα μαθαίνουμε στις πρώτες κιόλας σελίδες αναζητούσα μέρος να διαβάσω το άλλο μισό βιβλίο. Περπατούσα στην Ακαδημίας και έκανα μια στάση στο φιλόξενο Επί Λέξει (Ακαδημίας 32 & Λυκαβηττού) να δω τους καινούργιους τίτλους, αναζητώντας το ιδανικό μέρος για σήμερα. 








Ένα από τα πιο συμπαθητικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας με ανθρώπους που γνωρίζουν καλά το βιβλίο και φιλοξενούν πολύ συχνά βιβλιοπαρουσιάσεις που αξίζει κανείς να παρακολουθήσει. Έχουμε περάσει ωραίες λογοτεχνικές βραδιές εδώ. 
                                    
Ευχήθηκα Καλή Ανάσταση και βιαστικός πήρα τους δρόμους, γιατί ο χρόνος είναι παράξενο πράγμα, αφού συστέλλεται και διαστέλλεται κατά το δοκούν. Τα σχέδιά μου σήμερα περιλάμβαναν Κουκάκι. Πήρα το 430 και κατέβηκα μια στάση μετά του Μακρυγιάννη, νότια από το μουσείο της Ακρόπολης.
 Να 'μαστε, λοιπόν, στο Little tree book and coffee.Το καναρίνι στο κλουβί απέξω. Περαστικοί,
 τουρίστες, ξεναγοί αλλά και τακτικοί πελάτες επιλέγουν αυτό το υπέροχο ενεργειακό μέρος

 Στάθηκα τυχερός που βρήκα τραπέζι τέτοια ώρα και μάλιστα στην καλύτερη θέση.
 Μια παλιά γραφομηχανή και δίπλα βιβλία, φρεσκότατα μάλιστα, αν κρίνω βλέποντας τον Όστερ, το Κουτσό, κλπ. Είναι μικρούλι καφε-βιβλιοπωλείο αλλά έχει τους φανατικούς πελάτες του, δυο λεπτά κάτω από την Ακρόπολη. Ωραία γλυκά, τάρτες, σάντουιτς και τα γνωστά.



Το 430 σταματάει απέξω, το μετρό είναι 150 μέτρα μακριά, τι άλλο θέλετε; Πάρτε το βιβλίο σας ή αγοράστε ένα από εδώ. Τα λέμε αύριο με κάτι ταιριαστό σε Μεγάλη Παρασκευή.